- Home
- Crossover - Miserere
Crossover - Miserere
Η Δίκαιη Οργή μιας Επιστροφής
Η σχέση μου με το Black Metal δεν υπήρξε ποτέ ανέφελη, ειδικά όσον αφορά την κλασική βόρεια σκηνή. Για χρόνια, έβρισκα το ύφος μονότονο, σαν να επιβεβαίωνε τη φράση πως «όλα είναι ίδια αν δεν τα αγαπάς». Ωστόσο, υπάρχει μια αξιοσημείωτη εξαίρεση σε αυτή τη μουσική απέχθεια, και αυτή είναι η ελληνική Black Metal σκηνή. Ο ιδιαίτερος ήχος της, που αναπτύχθηκε από συγκροτήματα-πυλώνες όπως οι Rotting Christ και οι Varathron, κατάφερε να με κερδίσει, προσφέροντας μια πολυπλοκότητα και έναν χαρακτήρα που ξεχωρίζει από την καθιερωμένη Βορειοευρωπαϊκή φόρμουλα.
Μέσα σε αυτό το ευρύτερο φάσμα του ελληνικού Black Metal ήχου, εντάσσω και τους Crossover. Πρόκειται για ένα συγκρότημα που, αν και μπορεί να διαφέρει σε λεπτομέρειες, μοιράζεται τον ίδιο χαρακτήρα και έχει γράψει πλέον τη δική του μακρά ιστορία στην εγχώρια σκηνή. Η πορεία τους ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του '90, αρχικά ως Zion (1997-2000), για να μετεξελιχθεί στη συνέχεια στους Crossover. Αυτή η εξέλιξη σηματοδοτεί τη διαρκή τους παρουσία και την εξέλιξη του ήχου τους, κάτι που τους καθιστά ένα σημαντικό κεφάλαιο σε αυτή την ελληνική «παραλλαγή» του Black Metal που τόσο εκτιμώ.
Μετά από μια μακρά περίοδο σιωπής που διήρκεσε δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια από την κυκλοφορία του «Pythagorized», οι Crossover επιστρέφουν για να μας συστηθούν εκ νέου με το νέο τους πόνημα, το «Miserere». Για τον γράφοντα, αυτή η νέα κυκλοφορία λειτουργεί ως ένα μουσικό ανακεφαλαιωτικό έργο. Ενώ διατηρεί και συνοψίζει επιτυχώς ολόκληρο το μουσικό ύφος που έχει διαμορφώσει το συγκρότημα όλα αυτά τα χρόνια –τις μελωδίες, την ατμόσφαιρα και την ελληνοκεντρική αίσθηση– ταυτόχρονα καταφέρνει να του δώσει μια νέα πνοή. Ενδεικτικό της θεματολογίας, μάλιστα, είναι το εξώφυλλο του δίσκου, το οποίο αντλεί έμπνευση από τις καταστροφικές πυρκαγιές του Έβρου το 2023, συμβολίζοντας την απώλεια αλλά και την αναγέννηση. Το «Miserere» δεν είναι απλώς μια επιστροφή, αλλά μια δήλωση συνέχειας και ανανέωσης.
Η ακρόαση του «Miserere» αμέσως μεταδίδει μια αίσθηση δίκαιης οργής. Ο δίσκος μοιάζει να εκφράζει τον συσσωρευμένο θυμό για τις αδικίες της ζωής, την απουσία οποιουδήποτε «φωτεινού όντος» που θα έρθει δια μαγείας να προσφέρει λύση. Αυτή η οργή αποτυπώνεται σε πολλά σημεία με μια έντονη Thrash Metal αισθητική, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη φοβερή σύνθεση «Quod Volas Tota Lex Erit». Αξίζει να σημειωθεί η συμμετοχή του Wrath (Dodsferd) στο εναρκτήριο «Ο Άσπονδος Νεκρός» (O Aspondos Nekros), όπου οι Crossover εκφράζουν βαθιές υπαρξιακές αγωνίες, θυμίζοντας το πνεύμα του μεγάλου συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη. Δεν ξεχνούν επίσης και το συμφωνικό τους παρελθόν, το οποίο αναβιώνει δυναμικά στη σύνθεση «A Song Of Crows», προσθέτοντας μια θεατρική διάσταση στον ήχο τους. Τέλος, η παραγωγή του John Ampatzoglou είναι άψογη, καθαρή και δυναμική, απομακρύνοντας τον ήχο από τη «λογική της ψηφιακής κατασκευής» που κυριαρχεί σε πολλές σύγχρονες κυκλοφορίες.
Ο δίσκος κλείνει με έναν συγκινητικό φόρο τιμής: τη διασκευή της σύνθεσης «The Ring of Sorrow» των Astarte. Πρόκειται για μια κίνηση που τιμά τη μνήμη της Μαρίας, της ιδρύτριας του συγκροτήματος Astarte και ενός υπέροχου ανθρώπου που είχα τη χαρά να γνωρίσω. Η απώλειά της άφησε ένα δυσαναπλήρωτο κενό στη μουσική σκηνή της χώρας, στην οποία άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της. Ας είναι μαλακό το χώμα που την σκεπάζει.
Εν κατακλείδι, το «Miserere» είναι ένας δίσκος που διαθέτει όχι μόνο ποικιλία στον ήχο του, αλλά είναι και βαθιά ριζωμένος στην ιστορία των Crossover. Η νέα αυτή κυκλοφορία, όμως, δεν είναι μια απλή επανάληψη. Αντιθέτως, δίνει νέα πνοή στο ύφος του συγκροτήματος. Η μπάντα ακούγεται γεμάτη ενέργεια, αλλά ταυτόχρονα πιο ώριμη από ποτέ, αποδεικνύοντας ότι η μακρά αναμονή άξιζε τον κόπο και ότι η θέση τους στην ελληνική σκηνή παραμένει ισχυρή και αναντικατάστατη.
