Fear Factory - Obsolete
Fear Factory-Obsolete
Πολλά συγκροτήματα οδηγούνται από ένα μέλος-αρχηγό. Αυτός ο αρχηγός λύνει και δένει. Αποφασίζει για το μουσικό ύφος, τις συνθέσεις, τα μέλη, συναυλίες, συνεντέυξεις κτλ. Αυτό μπορεί να είναι ευεργητικό για το συγκρότημα, μπορεί και όχι και τα μέλη να αλλάζουν συχνότερα και από τα εσώρουχα του αρχηγού. Από την άλλη υπάρχουν συγκροτήματα με παραπάνω από ένα μέλη να αποφασίζουν για όλα τα παραπάνω. Και εδώ όμως μπορεί να έχουμε συρράξεις, εσωτερικά προβλήματα, εγωισμούς και γενικότερα αρνητική διάθεση. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που μέλη βρίσκονται στα δικαστήρια μετά από χρόνια συνύπαρξης και δεν θα ήθελα να αρχίσω να καταγράφω μπάντες της hard rock και metal που έχουν βρεθεί σε αυτή τη δυσμενή θέση. Ας μείνουμε στο παράδειγμα των Fear Factory σαν αναφορά μιας και είναι ένα συγκρότημα που κατάφερε πάρα πολλά σαν ομάδα και πολύ λίγα σαν μονάδες. Τέλος πάντων. Πάμε πίσω στο 1990 όταν και δημιουργούνται οι Fear Factory, βαπτιζόμενοι έτσι από ένα εργοστάσιο που υπήρχε κοντά στο χώρο που προβάρανε. Η αρχική (σταθερή και γνωστή) σύνθεση αποτελούνταν από μόλις τρία άτομα, τους Bell (φωνή), Herrera (drums) και τον πληθωρικό Cazares στα έγχορδα μιας και ο μπασίστας Romero δεν έμεινε για πολύ. Ήδη από τα πρώτα demos τους φάνηκε το ένδιαφέρον τους προς τα samplers, την ψυχρή ηλεκτρονική μουσική και τις γκρούβες παρόλο που η βάση ξεκάθαρα ήταν death metal. Το 1992 καταφέρνουν να πάρουν μέρος στη συλλογή της RoadRunner και μαζί να κυκλοφορήσουν και το ντεμπούτο ''Soul of a New Machine'', το μοναδικό industrial/death metal κράμα τους που τους έκανε άμεσα γνωστούς. Τρία χρόνια αργότερα το ''Demanufacture'' σπάει κάθε μουσικό φραγμό, λιγοστεύει κατά πολύ τις death metal στιγμές (ο Herrera και ο Cazares ξεσπάγανε στους Brujeria), αυξάνει τον πειραματισμό και τελικά παραδίδει μουσική μπροστά για την εποχή της. Στη μπάντα πλέον έχει προστεθεί και ο μπασίστας Wolbers τον οποίο θα απολαύσουμε στην επίθεση των singles και splits που θα ακολουθήσουν και θα οδηγήσουν στο επιτυχημένο ''Obsolete'' του 1998 φθάνοντας στο συνθετικό τους ταβάνι όσο αφορά τη δική μου γνώμη ενώ το ''Digimortal'' ΄γερασε αρκετά καλά και το ακούω ακόμα ευχάριστα. Τα εσωτερικά προβλήματα έχουν φτάσει στο απροχώρητο, ο Cazares αποχωρεί και τα ''Archetype'' (2004) και ''Transgression'' (2005) κυκλοφορούν από τους υπόλοιπους χωρίς πλέον τις πλάτες της RoadRunner. Αποχώρηση του Wolbers και του Herrera (hoglan στη θέση του) ,επιστροφή του Cazares και ακούμε το πολύ καλό ''Mechanize'' αλλά τίποτα πλέον δεν είναι το ίδιο. Οι δυο αρχηγοί συνεχίζουν να συνεργάζονται (όσο μπορούν) και για τα ακόμα καλύτερα ''The Industrialist'',''Genexus'' και ''Aggression Continuum '' πριν ο κόμπος φτάσει στο χτένι. Πλέον ο Cazares είναι μόνος (με νέα μέλη), οι σχέσεις τεταμένες και κανείς δεν γνωρίζει τι μας επιφυλλάσει το μέλλον των πρωτοπόρων Industrial Metallers.
To ''Obsolete'' αγαπήθηκε από πολύ κόσμο και σε αυτό μεγάλο κομμάτι της πίτας οφείλεται στη κραταιά Roadrunner Records αλλά και στο MTV που πρόβαλλε το βίντεο ''Resurrection'' συχνότατα. Προσυέστε πολλές νέες ιδέες και τεχνολογία, μια ενδιαφέρουσα concept ιστορία, συνθετική και ορχηστρική άνοδος, πανέξυπνο εξώφυλλο, το δέσιμο του Wolbers με τους άλλους τρεις και γενικότερα το άστρο των Fear Factory να βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο. Η sci-fi θεματολογία των Fear Factory είχε ανάγκη και την ανάλογη μουσική για να πετύχει. Βιομηχανικός ήχος, παγωμένη, χωρίς ζεστασιά παραγωγή. Χωρίς συναισθήματα. Ο ήχος στα κρουστά ακούγεται μηχανικός, η φωνή ρομποτική, τα έγχορδα σαν καλοκουρδισμένα γρανάζια. Γκρουβάτοι ρυθμοί, διαστημικοί, φουτουριστικοί, αχανείς. Η ιστορία σε μετααφέρει σε μια δυστοπική κατάσταση και αμυνόμενος δέχεται μπροστά για την εποχή ήχους και κραυγές. Είμαστε στο 1998 και ακούς το ''Edgecrusher'' με το μπάσο να σε συνθλίβει σαν καταστροφέας μετάλλου. Σκρατσαρίσματα, δείγμα άλλων μουσικών ειδών, φωνητικά που ταλαντέυονται ανάμεσα στο death metal, τη ρομποτική και το ανθρώπινο είδος. Πλήκτρα και συνθεσάιζερ (από τον ίδιο τον παραγωγό του δίσκου) ψυχραίνουν το ηχητικό τοπίο ώστε το σπάσιμο των σκελετικών σου άκρων να γίνεται με πιο μεγάλη ευκολία. Πολλοί ήχοι χωρίς να γίνεται μποτιλιάρισμα, χωρίς να μπλοκάρεται η φυσική ροή αυτής της ηχητικής ταινίας.
Ο τρίτος δίσκος των Fear Factory δεν ενδείκνυται για το μέσο μεταλλά. Δύσκολα ένας οπαδός των Manowar θα ταυτιστεί με τη ψυχρότητα ενός ''Smasher/Devourer'' ούτε τη στιχουργία ενός ''Securitron''. Εντελώς διαφορετικά πράγματα, εξίσου ενδιαφέροντα από διαφορετική οπτική και ηχητική γωνία. Οι Fear Factory ακούγονται οργισμένοι, μανιασμένοι, απωθητικοί με τον τρόπο τους. Ακούγονται διεστρευλωμένοι, απαθείς, γυμνοί. Δεν ακούγονται ανάλαφρα και εύθυμα. Σε αρπάζουν από τα δυο άκρα και σε αιχμαλωτίζουν μιλώντας σου για το παρόν και για το μέλλον. Δεν έχει νοσταλγία και ομορφιά. Τρόμος και απανθρωπιά. Και ας ακούγεται με όσο πιο πιασάρικο τρόπο γίνεται στο ''Descent''. Ζωηροί ρυθμοί και ξεσπάσματα, riffs που οδεύουν σε ταχεία κυκλοφορία, φωνητικά που μεταλλάσσονται. Χώσιμο και γκρούβα σε σαδομαζοχιστικές περιπτύξεις. Ρειβάδικα tribal χτυπήματα (Freedom or Fire) και αρπακτικές κιθαριστικές συγχορδίες πετάνε από πάνω σου σαν πεινασμένα όρνια. Κοσμικό μίσος και ανθρώπινη ελπίδα από το ίδιο λαρύγγι που αλλάζει ρόλους και χροιά ενάλλακτα. Δείτε, ακούστε, ζήστε μέσα στο ''Resurrection''και προσγειωθείτε στο οργανικό, ατμοσφαιρικό, ομαλό ''Timelessness'' και απολαύστε τις φωνητικές ικανότητες του Bell. Μορφάρα ο τύπος. Αν έβγαινε το ''Terminator'' το 1998, το ''Obsolete'' θα ήταν το κατάλληλο soundtrack...