
Monuments
Όσο περνούν τα χρόνια, όλο και περισσότερο ψάχνομαι σε hard rock ηχοτόπια. Όχι τα κλασσικά 70ς που λίγο πολύ έχω ακούσει, αλλά μπάντες που βγήκαν τις επόμενες δεκαετίες και χάθηκαν για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Και όσο ψάχνω, τόσο περισσότερο ανακαλύπτω τα κενά μου και δεκάδες μπάντες που δεν γνώριζα καν την ύπαρξη τους. Λίγα χρόνια πριν σε μια ακόμα ‘’τυφλή αγορά’’ γνώρισα τους Subway, μια Γερμανική hard rock μπάντα που ιδρύθηκε το 1986 από τους Pepe Wolthoff (φωνή), Bemy Bitzer (κιθάρα), Henry Sauter (πλήκτρα), Dany Beiersdorfer (μπάσο), Tommy Strobel (ντραμς) και Andy Weber (σαξόφωνο).
Στα 90ς το Ευρωπαϊκό power, με ρίζες από late 80s, και το Αμερικάνικο power κράτησαν το metal και την metalοσύνη ψηλά. Πολύ νέοι metalheads προσκύνησαν μπάντες και δίσκους από πολλές μπάντες και στις δυο πάντες τους Ατλαντικού. Κάπου όμως το πράμμα βάλτωσε. Όχι πως δεν συνέχισαν οι καλοί δίσκοι αλλά κάπου σίγασε το πάθος, μετριάστηκε το μεράκι για πρωτότυπη δημιουργία και έτσι ο ήχος αυτός έπεσε.
Λατρεύουμε τα επικά εξώφυλλα δίσκων και οι Ολλανδοί Angus είχαν τέτοια και στις δυο δισκάρες που κυκλοφόρησαν στα 80ς. Φθινόπωρο του 1983 και τέσσερις φίλοι παίζουν δυνατά μουσική στη σοφίτα ενός σπιτιού. Ονομάζουν την μπάντα Angus, όπως δηλαδή ο σκωτζέζικος ταύρος αλλά και ο κιθαρίστας των AC/DC. Ο μπασίστας είχε εκπαιδευτεί στο κλασσικό βιολί και ο ντράμερ έχε σπουδάσει μουσική και αυτό πέρασε και στη μουσική τους που παρόλο μιλάμε για heavy metal, βασιζόταν σε κλασσική δομή.
Κάποτε ο γνωστός Χάρης “Warlord” Πρασούλας είχε πει “μετάνιωσα που έκανα γνωστούς στην Ελλάδα τους Warlord. Oι Μanowar αρκούσαν”, προκαλώντας πολλές αντιδράσεις, με τις περισσότερες να σχετίζονται με το ότι ήταν εγωιστική δήλωση ή ότι κάποιοι θεωρούν “δικά τους” μερικά συγκροτήματα και δε θέλουν άλλοι να ξέρουν ή να ανακατεύονται με αυτά. Άσχετα από το αν υπήρχε τέτοια πρόθεση, υπάρχει και μια άλλη διατύπωση σε αυτήν τη δήλωση.
Οι Riverside ξεκίνησαν εκεί στη Βαρσοβία στην Πολωνία στις αρχές της νέας χιλιετίας. Progressive rock/metal λένε και μέχρι σήμερα τιμούν και τις τρεις λέξεις με τους μέχρι τώρα δίσκους τους, επτά το σύνολον, και τις τρεις αυτές λέξεις που χαρακτηρίζουν το είδος και το ύφος της μουσικής τους. O Mariusz Duda είναι ο κιθαρίστας, τραγουδιστής, μπασίστας το ξεκίνημα τους, ο ηγέτης. Μαζί του, σε αυτό το ξεκίνημα, μέχρι τον χαμό του το 2016 ο κιθαρίστας Piotr Grudziński. Ο τυμπανιστής τους, μέχρι και σήμερα Piotr Kozieradzki. Και ο πληκτράς για τα πρώτα χρόνια τους, Jacek Melnicki.
Πάντα στο μυαλό μου όταν ακούω Thin Lizzy έρχεται ο σπουδαίος μουσικός Phil Lynott 20/08/1949 – 4/1/1984 (r.i.p.). Από τους πιο γνωστούς και σημαντικούς Ιρλανδούς μουσικούς. Πολύ παραπάνω από ένας μπασίστας ή ένας τραγουδιστής ‘η ένας τραγουδοποιός. Ένας θρύλος και για την χώρα του και για το rock. Από το 1969 που ξεκίνησαν, με δισκάρες σαν το ομώνυμο του 1971 ή τα κλάσικς και πασίγνωστα, ‘’Fighting’’ του 1975, ‘’Jailbreak’’, ‘’Johnny Then Fox’’ αμφότερα του 1976, η το κάργα αγαπημένο μου ‘’Renegade’’ του 1981.
Ο Gary Moore, 04/04/1952 – 6/2/2011 (r.i.p.) ο Σαραβάκος του rock λέγαμε κάποτε, έζησε, βίωσε, δημιούργησε μια rock ζωή, μια rock star πραγματικότητα. Στην πρώτη φάση του σε πιο hard rock μονοπάτια με δίσκους όπως ‘’Grinding Stores’’ 1973, ‘’Back On The Streets’’ 1978, ‘’Black Rose: A Rock Legend’’ με τους Thin Lizzy το 1979, ‘’G – Forse’’ 1980, ‘’Corridors Of Power’’ 1982, ‘’Dirty Fingers’’ 1983, ‘’Victims Of The Future’’ 1983, ‘’Run For Cover’’ 1985, ‘’Wild Frontier’’ 1987, και ‘’After The War’’ 1989.
Το 2009 δημιουργούνται στο Detroit του Michigan οι Prelude to Ruin, που το 2010 αλλάζουν το όνομά τους σε Borrowed Time, ηχογραφώντας το πρώτο τους demo. Oι εντυπώσεις είναι θετικότατες, κάτι που οδηγεί σε συμβόλαιο με δισκογραφική εταιρεία και την κυκλοφορία του πρώτου (και δυστυχώς) τελευταίου ομώνυμου δίσκου τους το 2013.
Ulan Bator. Εκτός από το όνομα της πρωτεύουσας (η πιο κρύα σε όλο τον κόσμο) της Μογγολίας που είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1350 μέτρα είναι και το όνομα μιας Prog Metal μπάντας από τη Γερμανία. Η προτίμηση ενός τέτοιου αντιεμπορικού και άγνωστου ονόματος για το ζεστό, τευτονικής κοπής προοδευτικό ήχο του τους άφησε παντελώς άγνωστους στον περισσότερο κόσμο. Φταίει βέβαια και το ότι το μοναδικό τους άλμπουμ ‘’Cut’’ κυκλοφόρησε αυτοχρηματοδοτούμενα σε μια εποχή (1997) που το Ευρωπαικό prog ζούσε μεγάλες στιγμές και η διαφήμιση τους προσσέγιζε πολύ κόσμο.
Εύχομαι πολλοί από εμάς να γνωρίζουν τον Billy Sheehan, έναν από τους καλύτερους Αμερικάνους μπασίστες. Γεννήθηκε το 1953 και έπαιξε με αρκετές μπάντες και σόλο καλλιτέχνες όπως οι Talas, Steve Vai, David Lee Roth, Mr Big έτσι ώστε να πάρουμε μια γεύση της μουσικής καριέρας του. Έχει ψηφιστεί σαν ο καλύτερος ροκ μπασίστας από το περιοδικό ‘’Guitar Player’’ πέντε φορές εξαιτίας του ηγετικού του παιξίματος μέσα στις εκάστοτε συνθέσεις και του πλούσιου ρεπερτορίου στον τρόπο εκτέλεσης του.